Interdisciplinary Journal of Ecclesiastical Law
Ο Δημήτρης Μαρίνης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Ευρωπαϊκού και Δημοσίου Δικαίου, καθώς και ασκούμενος δικηγόρος.
Εισαγωγή
Στη νομική έννοια του κράτους που περιλαμβάνει τρία βασικά στοιχεία, τον λαό ( ως σύνολο ατόμων που διαθέτουν την ιθαγένειά του ), την χώρα – επικράτεια ( την εδαφική δηλαδή περιοχή όπου ασκείται η κρατική εξουσία ) καθώς και τη νομική του προσωπικότητα (την δυνατότητά του δηλαδή να αποτελεί υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ), κεντρική σημασία έχει η έννοια της «κυριαρχίας».
Ως «κυριαρχία» κατά τον Ν. Ν. Σαριπόλο ορίζεται η «ιδιότης της πλήρους και τέλειας πολιτικής εξουσίας, η ανεξαρτησία από πάσης άλλης ανωτέρας βουλήσεως, μηδενός νομικού περιορισμού επιβαλλόμενου εξ άλλης βουλήσεως» (1) .
Στο παρόν πόνημα, αφού εξετάσουμε την παραπάνω κομβική έννοια της κυριαρχίας, θα προσπαθήσουμε να σταχυολογήσουμε τα στοιχεία της που παρέμειναν στο πέρασμα του χρόνου από την παραδοσιακή της κιόλας μορφή και την έννοια που είχε κατά τον 16ο αιώνα στο περιβάλλον των Hobbes και Bodin και αργότερα, τον 18ο αιώνα, την εποχή του Rousseau, ως την σημερινή εποχή της εκτεταμένης εμφάνισης υπερεθνικών οργανισμών (θεσμών και δομών συνεργασίας ) και του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης .
ΜΕΡΟΣ Α
Α.1. Η έννοια της κυριαρχίας – Κυρίαρχα κράτη και μη κυρίαρχα
Ας ξεκινήσουμε από την σύγχρονη έννοια της κυριαρχίας. Πρόκειται για την υπέρτατη σε σχέση με κάθε άλλη δύναμη στο εσωτερικό του κράτους και ανεξάρτητη από κάθε άλλη δύναμη έξω από αυτό, δηλαδή την ικανότητα αυτοδύναμης επιβολής της εξουσίας του, χωρίς να περιορίζεται από καμία άλλη θέληση(2).
Κρίσιμο είναι να ξεχωρίσουμε την κρατική εξουσία από την κρατική κυριαρχία. Ειδικότερα, το δίκαιο της κρατικής εξουσίας, όταν αυτή είναι δημοκρατική , είναι δεσμευτικό και γι’ αυτήν. Για όσο χρόνο η εξουσία υποτάσσεται στο δίκαιο, κυριαρχία δεν υφίσταται. Όπως υποστηρίζει ο Φίλιππος Σπυρόπουλος «η χρήση του όρου κυριαρχία και του όρου λαϊκή κυριαρχία είναι συμβολική … είναι ιδεολόγημα» (3) .
Η έννοια της κυριαρχίας απαντά και στο διεθνές δίκαιο, που ρυθμίζει τις σχέσεις μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Και εδώ, θα λέγαμε, ο όρος δεν ακριβολογεί, με το σκεπτικό ότι, αφού τα κράτη είναι νομικά ισότιμα, κανένα στην ουσία δεν κυριαρχεί επί των άλλων κρατών. Και στο διεθνές δίκαιο λοιπόν, θα κάναμε λόγο για συμβολική χρήση του όρου .
Τα κράτη σήμερα διακρίνονται σε κυρίαρχα και μη κυρίαρχα. Κριτήριο είναι το αν το κράτος περιορίζεται νομικώς από κανόνες που μόνο το ίδιο παράγει ( τότε είναι κυρίαρχο ). Επομένως, αν περιορίζεται και από κανόνες άλλους κράτους δεν είναι κυρίαρχο . Το τελευταίο έχει αυτοδύναμη εξουσία , όχι όμως κυριαρχία . Χαρακτηριστικά παραδείγματα μη κυρίαρχων κρατών είναι τα καντόνια της Ελβετίας έναντι της κυρίαρχης Ελβετικής Συνομοσπονδίας , τα κρατίδια της Γερμανίας έναντι της Γερμανίας , οι πολιτείες των Η.Π.Α. κ.ά.
Α.2. Τα σημερινά κατάλοιπα της έννοιας της κυριαρχίας , όπως την συναντάμε στον Bodin
Ξεκινώντας από την θεωρία του Jean Bodin για την κυριαρχία , αυτός την ορίζει ως « απόλυτη και διαρκή εξουσία μιας Πολιτείας ( puissance absolue et perpetuelle )» (4) να διαχειρίζεται τα κοινά. Η απολυτότητα της κυριαρχίας έχει την έννοια ότι ο κυρίαρχος δεν υπόκειται στους θετούς νόμους που θεσπίζει , παρά μόνο στο φυσικό δίκαιο και στον Θεό , αλλά και αυτό που προσπάθησε να καταδείξει μέσω της θεωρίας του , ότι δεν έχει νόημα να ισχυριζόμαστε πως ο κυρίαρχος μοιράζεται τις εξουσίες του με άλλους φορείς της εξουσίας στην περιφέρειά του .
Στα σύγχρονα κράτη η κυριαρχία υπόκειται σε τοπικά και χρονικά όρια, με την αρχή της εδαφικότητας και την αρχή της αποκλειστικότητας που υπόκεινται και αυτές ωστόσο σε περιορισμούς , εφόσον το εκάστοτε κράτος τους αποδέχεται πχ. ετεροδικία . Επίσης , οι φορείς της εξουσίας σήμερα υπόκεινται στους θετούς νόμους και δεν έχουν κανένα δικαίωμα παράβασής τους , δεν είναι «υπεράνω» . Σε κάθε περίπτωση υπακούουν και αυτοί , όπως ο κυρίαρχος του Bodin στους ‘άγραφους νόμους’ και στο φυσικό δίκαιο , με την έννοια της ηθικής δέσμευσης απέναντι στον λαό . Επιπρόσθετα , η απολυτότητα στην κατοχή των εξουσιών , που ευνοεί τα απολυταρχικά καθεστώτα, δεν νοείται στα σύγχρονα , δημοκρατικά τουλάχιστον , κράτη . Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών ανευρίσκεται σήμερα σε κάθε Σύνταγμα (και στο Ελληνικό , άρθρο 26 ) (5) . Η αρχή διατυπώθηκε αρχικά στο Bill of Rights του Συντάγματος της Virginia του 1776 , στην συνέχεια υιοθετήθηκε και σε άλλες πολιτείες της Αμερικής και το 1789 συμπεριελήφθη στην ΄΄ Γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου΄΄ και στο Γαλλικό Σύνταγμα . « Η διάκριση των εξουσιών εξυπηρετεί τη δημιοργία ενός συστήματος ελέγχων και ισορρόπησης των εξουσιών προς εξασφάλιση της επιβίωσης της αρχής της νομιμότητας » (6) .
Πολλά από τα σημεία κυριαρχίας που συναντάμε στο έργο του Bodin ( και του Hobbes αργότερα ) ισχύουν και σήμερα , όπως η δυνατότητα της κυρίαρχης εξουσίας να αποφασίζει για ζητήματα πολέμου και ειρήνης , η επιβολή φόρων και δασμών , η επιλογή αξιωματούχων και η κοπή νομίσματος και άλλα …
Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τον Bodin , ο Hobbes γράφει τον ΄΄Λεβιάθαν΄΄ . Θεμέλιο της κυριαρχίας εδώ είναι το περίφημο «κοινωνικό συμβόλαιο» , το οποίο « πρόκειται για την πραγματική ενότητα όλων τους ( εννοεί των πολιτών ) σε ένα και το αυτό πρόσωπο ,που δημιουργείται με τη σύμβαση κάθε ανθρώπου με κάθε άνθρωπο … Μόλις γίνει αυτό , το πλήθος που ενώθηκε με τον τρόπο αυτό σε ένα πρόσωπο αποκαλείται ΠΟΛΙΤΕΙΑ και στα λατινικά CIVITAS . Πρόκειται για την γέννηση του μεγάλου αυτού ΄΄ΛΕΒΙΑΘΑΝ ΄΄ … Αυτός που φέρει το πρόσωπο αυτό ονομάζεται κυρίαρχος και λέγεται ότι έχει την εξουσία ., και κάθε άλλος εκτός από αυτός υπήκοος του » (7) .
Ο Χομπς κάνει λόγο για έναν κυρίαρχο , μια αρχή ,ως τρίτο πρόσωπο , που είναι εκτός της εθελούσιας σύμβασης που συνάπτουν όλοι με όλους . Εννοεί , στην ουσία , ένα σώμα αντιπροσώπου που εγγυάται την ασφάλεια των υπηκόων του και ειρήνη, τάξη, ασφάλεια . Οργανωτική βάση του πολιτέυματος σήμερα είναι το αντιπροσωπευτικό σύστημα . Είναι εκείνο στο οποίο η νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή κατ΄ανάθεση από τον λαό και με περιοδική εκλογή εκ μέρους του . Οι απαρχές του συστήματος αυτού κείνται στη ΄΄Magna Carta ΄΄ του 1215 . Λειτουργεί με μία ή δύο Βουλές ( στα ομοσπονδιακά κράτη ) . Στην Ελλάδα έχουμε έμμεση Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία , όπως συμβαίνει άλλωστε σε όλα τα σύγχρονα δημοκρατικά πολιτεύματα . Το μέσο επιλογής του λαού είναι η ψήφος ( περιοδικότητα εκλογών ) και όχι ένα « συμβόλαιο ». Οι αντιπρόσωποι είναι περισσότεροι και ολοί μαζί αποτελούν το σώμα της Βουλής. Ο Χομπς εννοεί την εκπροσώπηση των υπηκόων από τον κυρίαρχο , ως εκχώρηση εξουσίας κατά τρόπο τέτοιο, ώστε αυτός που δεσμεύεται από τις πράξεις του κυρίαρχου αντιπροσώπου να είναι μόνο οι υπήκοοι ( αντιπροσωπευόμενοι ) .
Ταυτόχρονα , η διάκριση μεταξύ κυριαρχίας και dominium αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της θεωρίας των Bodin και Hobbes για την κυριαρχία και την εξέλιξη της νεώτερης πολιτικής πράξης και σκέψης , όπου θα επικρατήσει τελικά η διάκριση ανάμεσα στα δημόσια και ιδιωτικά πράγματα ( res publica - dominium ) . Η κυριαρχία και η εξουσία δεν ασκούνται με τον τρόπο που συναντάται στις ιδιωτικές και ιδιοκτησιακές σχέσεις . Σε καμία περίπτωση οι υπήκοοι τότε – λαός σήμερα - δεν αποτελούν αντικείμενα προς κτήση ,πώληση ή αντικείμενα φυσικής βίας . Η κυριαρχία και η δημόσια εξουσία εν γένει ασκούνται μέσα από θεσμούς και νόμους . Μια σημαντική παρατήρηση για την παράμετρο της κυριαρχίας που αναφέραμε ( διάκριση ιδιωτικής – δημόσιας εξουσίας ) είναι ότι η ιδιοκτησία αποτελεί δημιούργημα των θετών νόμων , που πηγάζουν από την καθίδρυση της κυριαρχίας.
Αξίζει να αναφερθούμε, στο πλαίσιο αυτό της αναζήτησης των «σημείων κυριαρχίας» που έχουν επιβιώσει , σε ένα βασικό όριο της κυριαρχίας που επισημαίνει ο Χομπς. Πρόκειται για το εκτεταμένο δικαίωμα αντίστασης των υπηκόων. Ναι μεν ο κυρίαρχος διατηρεί το φυσικό δικαίωμα που του έχει παραχωρηθεί σε όλα τα πράγματα , ωστόσο « οι υποχρεώσεις των υπηκόων περιορίζονται από τον απαράκαμπτο πυρήνα του Φυσικού Δικαίου που επιτρέπει κάθε μορφής αντίσταση σε περίπτωση που κινδυνεύει η ζωή και η ελευθερία κίνησής τους » (8) και πιο συγκεκριμένα αν θιγεί το δικαίωμα αυτοσυντήρησής τους .
Ο προβληματισμός σχετικά με το δικαίωμα αντίστασης δεν εξαφανίζεται τον 20ο αιώνα, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η στροφή προς τη δημιουργία πλήρων δημοκρατικών έννομων τάξεων κράτους δικαίου που παρατηρείται , στερεί αρκετά από τα επιχειρήματα που υπάρχουν σε προηγούμενες περιόδους για το δικαίωμα αυτό . Διεθνείς Συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα , Κράτος Δικαίου και Κοινωνικό Κράτος είναι μερικά από τα δείγματα της προόδου που έχει αναμφισβήτητα συντελεστεί . Εύλογα, αναρωτιόμαστε ποια θέση και ποια χρησιμότητα θα μπορούσε να έχει στη σύγχρονη εποχή ένα δικαίωμα αντίστασης . Είναι βέβαια δεδομένο και προβλέπεται από τα περισσότερα Συντάγματα , ότι σε περίπτωση επιχείρησης κατάλυσης του Συντάγματος με τη βία , ο πολίτης μπορεί να αντισταθεί ακόμη και ένοπλα
( βλ άρθρο 120, παρ.4 ελληνικού Συντάγματος ) . Στις μέρες μας , τέτοιοι κίνδυνοι είναι σχεδόν ανύπαρκτοι και το πρόβλημα αντιμετωπίζεται σε άλλα επίπεδα . Η ελευθερία του πολίτης απειλείται διαρκώς και όχι μόνο από το κράτος . Η αντίσταση στις μέρες μας είναι αναγκαία περισσότερο με τη μορφή της συνεχούς επαγρύπνησης , δηλαδή με την άσκηση των δικαιωμάτων ελεύθερης έκφρασης , συναθροίσεων , κριτικής κλπ. Σε κάθε πάντως περίπτωση όταν απειλείται η ίδια η αυτοσυντήρηση του ατόμου .
Η ιδέα του κυρίαρχου επανέρχεται στο διεθνές πολιτικό προσκήνιο ποικιλόμορφα . Μια προφανής επιβίωση του ΄΄Λεβιάθαν΄΄ αποτελεί το κράτος των ΗΠΑ που από το 1950 και μετά ασκεί πολιτική «ηγεμονικού εγγυητή» (9) στις εξωτερικές του σχέσεις . Χαρακτηριστικά , το «δόγμα Κίσσιγκερ » (10 ) για την Ευρώπη και η θεώρηση των ιδεολογικών εχθρών ως «άτακτων παιδιών» που με το καλό ή και με τη βία χρειάζεται να πειθαρχήσουν , καταδεικνύει την πρόθεση, τουλάχιστον των Η.Π.Α.να καταστούν ιστορική «εμπροσθοφυλακή »(11 ) και να αποτελέσουν , σε οικουμενικό επίπεδο έναν σύγχρονο Leviathan . Η τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη την 11/9 , αποτέλεσε αφορμή για μη οριοθετημένη περιστολή μιας σειράς συνταγματικών δικαιωμάτων. Η εξασφάλιση της ενδοκρατικής ειρήνης ,όπως και το Λεβιάθαν , συναρτάται με διασφάλιση της οικονομικής ευμάρειας , το αμερικάνικο όνειρο δηλαδή του υπερκαταναλωτισμού .
Η επικαιρότητα του Leviathan ίσως δεν βρίσκεται τόσο στην ανθεκτικότητα του σύγχρονου κυριάρχου , όσο στον φόβο έκπτωσης του ανθρώπου στην φυσική κατάσταση , προ κοινωνίας , καθώς επανέρχεται στο προσκήνιο η « ανθρωπολογική απαισιοδοξία » που κατεύθυνε το έργο του Hobbes . Ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος παρακολουθεί αδρανής την αποδόμηση των δικαιωμάτων του , ενώ παράλληλα , η διασάλευση της ειρήνης, η απειλή ενός περιβαλλοντικής καταστροφής , οι κακοποιήσεις παιδιών και ζώων και ο τηλεοπτικός κανιβαλισμός καλπάζουν . Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Άλκης Ρήγος « Όλα τα θεμέλια του νεωτερικού κόσμου που μας συνέχουν ως όντα και πολιτισμό καταρρέουν . Και στην κατάρρευσή του ο άνθρωπος ξαναγίνεται ο προσυμβολαιακός λύκος του Χομπς » (12) .
Α.4. Τα σημερινά κατάλοιπα της έννοιας της κυριαρχίας , όπως την συναντάμε στον Rousseau
Την εποχή του Διαφωτισμού , ο Ρουσσώ προτείνει ένα συμβόλαιο που συγκεράσσει άψογα τρεις βασικές έννοιες : το Κοινωνικό Συμβόλαιο, την γενική βούληση και την Λαϊκή Κυριαρχία . Κυρίαρχος απόλυτος για τον Ρουσσώ , είναι ο λαός . Στρέφεται κατά της αρχής της υποταγής των υπηκόων σε έναν και μοναδικό κυρίαρχο και τον πρώτο λόγο έχει πλέον ο πολίτης ! « Μόλις το πλήθος αυτό συγκροτηθεί κατά τα ανωτέρω σε σώμα , κανείς δεν μπορεί να προσβάλλει ένα από τα μέλη του χωρίς να προσβάλει το σώμα και ακόμη περισσότερο να προσβάλει το σώμα χωρίς να το αισθανθούν τα μέλη του … Καθώς λοιπόν ο Κυρίαρχος δεν συγκροτείται παρά μόνο από τα επιμέρους άτομα που τον συνθέτουν, δεν έχει ούτε μπορεί να έχει συμφέροντα αντίθετα προς το δικό τους . Συνεπώς, η κυρίαρχη εξουσία δεν χρειάζεται να δίνει καθόλου εγγυήσεις στους υπηκόους της , γιατί είναι αδύνατον το σώμα να θέλει να βλάψει όλα του τα μέλη …και … ο Κυρίαρχος είναι πάντοτε αυτό που οφείλει να είναι » (13) . Η κυριαρχία αυτή είναι αναπαλλοτρίωτη ( δηλαδή ο Κυρίαρχος δεν μπορεί να αντιπροσωπευθεί , παρά μονάχα από τον εαυτό του) . Επίσης είναι αδιαίρετη ( ΚΣ σ. 73 ) .
Ας επικεντρώσουμε στην έννοια της «Λαϊκής Κυριαρχίας» που πρώτος ο Ρουσσώ εισήγαγε στο έργο του “Du Contrat Social” ,θεωρώντας πως η νόμιμη αρχή έπρεπε να βασίζεται σε ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο . Στην Ρουσσωική θεωρία ο Λαός διατηρεί την κυριαρχία ( σε αντίθεση με τον Χομπς όπου κυριαρχεί μια Τρίτη αρχή )και η συγκατάθεση του νομιμοποιεί τις αποφάσεις της Αρχής . Η Λαϊκή Κυριαρχία είναι σήμερα θεμέλιο των περισσότερων δημοκρατικών πολιτευμάτων, μεταξύ αυτών και του Ελληνικού , όπου καθιερώνεται στο πρώτο κιόλας άρθρο του Συντάγματος ( βλ. Σύνταγμα της Ελλάδος , άρθρο 1 , παρ. 2 ) . Στην εποχή μας υπάρχει ισχυρή η δέσμευση για λαϊκές μορφές κυριαρχίας , ενώ οι διεθνείς νόμοι επιζητούν από την μία κρατικό σεβασμό των δημοκρατικών ιδεωδών και των δικαιωμάτων των πολιτών , και από την άλλη την εγκυρότητα των εξωτερικών διπλωματικών κρατικών ενεργειών . Για τον νόμο πλέον όμως έχει σημασία όχι τόσο η Λαϊκή Κυριαρχία , αλλά η δυνατότητα άσκησης αποκλειστικού εσωτερικού ελέγχου του κράτους στους υπηκόους του και η δυνατότητα εφαρμογής του ελέγχου αυτού . Σημασία έχει λοιπόν η « Κρατικίστικη Κυριαρχία »(Statist Sovereignty)
Όσον αφορά στο «αναπαλλοτρίωτο της κυριαρχίας» , η αρχή αυτή έχει τελείως διαφορετική σημασία στις νέες συνθήκες και έρχεται σε αντίθεση με την σύγχρονη Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία , αφού ο κυρίαρχος , ως συλλογική οντότητα , δεν μπορεί να αντιπροσωπεύεται από άλλον , με την έννοια ότι η εξουσιοδότηση που παραχωρείται σε μια συνέλευση ή κάποιον πολίτη , είναι δυνατόν οποτεδήποτε να ανακληθεί . Στα πλαίσια της Λαϊκής
Κυριαρχίας , όπως τότε , έτσι και σήμερα , ο Λαός συμμετέχει στην άσκηση εξουσίας μέσω της κατάληψης θέσεων εξουσίας .
Την ίδια στιγμή επίσης , που το συμφέρον του Κυρίαρχου ταυτίζεται με αυτό των πολιτών , επιτρέπεται η επιβολή δέσμευσης των τελευταίων στο κοινό συμφέρον , ακόμη και με εξαναγκασμό . Σημειώνει σχετικά ο Ρουσσώ « …οποιοσδήποτε αρνηθεί να υπακούσει στη γενική βούληση , θα υποχρεωθεί σε αυτό από όλο το σώμα , πράγμα που δεν σημαίνει τίποτε άλλο , παρά το ότι θα τον εξαναγκάσουν να είναι ελεύθερος » (14) .
Σήμερα , η πρόβλεψη προληπτικών εγγυήσεων και η σημασία τους για την τήρηση του Συντάγματος οφείλεται στο ότι το Σύνταγμα προσπαθεί , και μέσω της διάκρισης των εξουσιών , να αποσοβήσει τις υπερβάσεις και τις καταχρήσεις κατά την άσκηση εξουσίας από τα κρατικά όργανα . Στα κρατικά όργανα δεν είναι εύκολο να επιβληθούν κατασταλτικές κυρώσεις , αφού ελέγχουν τον μηχανισμό καταναγκασμού , στον οποίο ανήκει η επιβολή των κατασταλτικών κυρώσεων (15) . Ο κρατικός καταναγκασμός εφαρμόζεται και στα σύγχρονα κράτη , αφού το δίκαιο βασίζεται σε υποχρεωτικούς κανόνες με τους οποίους οφείλουν να συμμορφώνονται τα μέλη της κοινωνίας , είτε το θέλουν , είτε όχι . Η καταναγκαστική επέμβαση της Πολιτείας σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι το έσχατο μέσο , να τηρεί την Αρχή της Αναλογικότητας ( για την οποία θα κάνουμε λόγο στο ίδιο κεφάλαιο παρακάτω) και να μην είναι καταχρηστική .
Τέλος, ο Ρουσσώ καταπιάνεται με τα όρια της κυρίαρχης εξουσίας έναντι των δικαιωμάτων των πολιτών . Στο πλαίσιο της επιταγής του «κοινού καλού» , κάθε πολίτης απαλλοτριώνει κάτι από τα αγαθά , την ελευθερία και την δύναμή του , ως ένα βαθμό όμως. «…με το Κοινωνικό Συμβόλαιο από την δύναμη του καθενός … απαλλοτριώνεται μόνο ό,τι είναι σημαντικό για την Κοινότητα » και « ο Κυρίαρχος δεν μπορεί να επιβάλλει στους υπηκόους του καμία δέσμευση φαύλη για την Κοινότητα » (16) Ο όρος σχετίζεται με την βασική αρχή του σύγχρονου Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Δικαίου , την Αρχή της Αναλογικότητας , μία από τις πιο σημαντικές δικαιοκρατικές αρχές . Η Αρχή αυτή οριοθετεί τους περιορισμούς που τίθενται στα ανθρώπινα δικαιώματα . Προσφέρει έτσι ένα είδος «άμυνας» στους φορείς των δικαιωμάτων . Συμπεριλαμβάνεται στο άρθρο 25 άρθρο 1ο εδ. δ΄του Ελληνικού Συντάγματος , μετά την αναθεώρηση του 2001 . Ο Δαγτόγλου ορίζει την Αναλογικότητα ως « την εύλογη σχέση του συγκεκριμένου περιορισμού και του επιδιωκόμενου σκοπού » (17) . Η Αρχή απαιτεί οι περιορισμοί των ατομικών ελευθεριών να ανταποκρίνονται στον σκοπό για τον οποίο τίθενται και να μην υπερβαίνει το , ανάλογα με τις συνταγματικές συνθήκες , απαραίτητο μέτρο.
Συνοψίζοντας , η Αρχή της Αναλογικότητας χαρακτηρίζει όλους του κλάδους του δικαίου και την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Θεωρία . Σκοπός της είναι να ενισχύσει την ουσιαστική δικαιοσύνη εκεί που η τυπική νομιμότητα δεν μπορεί να την εγγυηθεί. Η θεωρία θα πρέπει να συγκεκριμενοποιεί την φύση και τα κριτήρια για την εφαρμογή της αρχής , έτσι ώστε η in concreto στάθμιση από τον δικαστή να αποδίδει ορθολογικά δομημένο δικανικό συλλογισμό και όχι μια διαισθητική υποκατάσταση του νομοθέτη (18) .
Θεωρώ ότι εντοπίσαμε , με την ανωτέρω ανάλυση αρκετά στοιχεία της παραδοσιακής έννοιας της κυριαρχίας που εκκίνησαν από τις σκέψεις των τριών φιλοσόφων που εξετάσαμε και επιβιώνουν ως τις μέρες μας …
ΜΕΡΟΣ Β
Β.1. Το φαινόμενο της Παγκοσμιοποίησης και οι επιπτώσεις του .
Το φαινόμενο της Παγκοσμιοποίησης θέτει σε αμφισβήτηση αρκετές παραδοχές για το κράτος και τον πυρήνα του , δηλαδή την κυριαρχία του , εν πολλοίς αυτονόητες . Στον χώρο των επιστημών μάλιστα , το ενδιαφέρον έχει επικεντρωθεί σε έρευνες γύρω από τη λειτουργία του κρατικού φαινομένου .
Γίνεται λόγος για « σχετικοποίηση της κρατικής κυριαρχίας », λόγω του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης (19) . Κατά μία άποψη , « ο όρος αναφέρεται σε μια μεταβολή ή μεταμόρφωση που εμφανίζεται στην κλίμακα της οργάνωσης των ανθρώπων , βάσει της οποίας συνδέονται μακρινά κοινωνικά σύνολα και διευρύνεται η επιρροή των σχέσεων εξουσίας σε διαφορετικές περιοχές και Ηπείρους του πλανήτη » (20) . Η Παγκοσμιοποίηση αναμφίβολα «γεννήθηκε» από την τεχνολογική πρόοδο του αιώνα μας , η οποία συνδυάστηκε με σημαντικές μεταβολές στο οικονομικό , κοινωνικό και πολιτικό πεδίο . Κρίσιμοι παράγοντες για την ανάδειξη του φαινομένου στάθηκαν επίσης η κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς , η ανάγκη αντιμετώπισης υπερεθνικών προβλημάτων ( όπως η τρομοκρατία και το περιβάλλον ) καθώς και η ενδυνάμωση των τάσεων για υπερεθνική ή διακυβερνητική συνεργασία σε οικουμενικό επίπεδο.
Ανεξάρτητα αν είναι κάποιος θιασώτης της ή όχι , δύσκολα θα μπορούσε να παραγνωρίσει φαινόμενα όπως , την πρωτοφανή έντονη σύγχρονη παγκόσμια οικονομική αλληλεπίδραση (21) ,με την διεύρυνση των χρηματαγορών , τις όλο και περισσότερες πολυεθνικές εταιρείες και Μη Κυβερνητικούς Οργανισμούς, την χωροχρονική συμπύκνωση ,και την έκρηξη της πολυπολιτισμικότητας έναντι των παραδοσιακών πολιτισμικών εγχώριων στοιχείων.
Η χαρακτηριστικότερη ίσως επίπτωση της παγκοσμιοποίησης είναι η προαναφερόμενη σχετικοποίησή της κρατικής κυριαρχίας και η συρρίκνωση του παραδοσιακού της περιεχομένου . «Από δύναμη ασυμβίβαστη και ακαταγώνιστη , με δεδομένο και αμετάλλακτο νόημα και προκαταβολική λειτουργία , που επιβάλλεται αξιωματικά και καταναγκαστικά , τείνει να μετεξελιχθεί σε δύναμη ρευστή που διαχέεται και επιμερίζεται σε κέντρα εξουσίας . εθνικά και υπερεθνικά , κρατικά και ημι-κρατικά , δημόσια ή και ιδιωτικά και εκδηλώνεται μέσα από διαδικασίες , τυπικές ή άτυπες , επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης ». (22)
Πρώτον, το εθνικό κράτος περιορίζει ή ακόμη χάνει την ουσιατική ρυθμιστική του αρμοδιότητα σε παραδοσιακούς τομείς της πολιτικής του , κυρίως στην οικονομία και την κοινωνική πολιτική . Κάθε απόπειρα ελέγχου και περιορισμού της ελεύθερης αγοράς , μπορεί να θέσει την εθνική οικονομία εκτός των διεθνών δικτύων . Το ίδιο συμβαίνει και με άλλους τομείς πολιτική , σε άλλο βαθμό βέβαια.
Επιπρόσθετα , συμβαίνει συχνά , τα εθνικά κράτη να επιδιώκουν την απώλεια τμημάτων της εθνικής τους κυριαρχίας συμμετέχοντας σε διεθνείς οργανισμούς , διακυβερνητικές συνεργασίες ή υπερεθνικές συσσωματώσεις (23)
Oι διατάξεις του άρθρου 28, παρ. 2 και 3 του Ελληνικού Συντάγματος είναι χαρακτηριστικές και αποτελούν την νομική βάση για την συμμετοχή της Ελλάδας στο Κοινοτικό Δίκαιο.
Ο εντεταμένος οικονομικός ανταγωνισμός σε διεθνές επίπεδο , τείνει να διευρύνει τις ήδη εκτεταμένες οικονομικές και κοινωνικέ ανισότητες , τις οποίες προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει τον τελευταίο μισό αιώνα το κοινωνικό κράτος .
Μολίς τα τελευταία χρόνια επίσης άρχισαν να γίνονται ορατές οι επιπτώσεις του φαινομένου στην δομή του κοινωνικοπολιτικού συστήματος του εθνικού κράτους. Ειδικότερα, η υποχώρηση της κρατικής κυριαρχίας μεταφράζεται συχνά σε αντίστοιχη υποχώρηση της λαϊκής κυριαρχίας , θεμέλιου των σύγχρονων δημοκρατικών αρχών . Η δυνατότητα της εθνικής πολιτικής κοινότητας να λαμβάνει αποφάσεις με βάση την αρχή της πλειοψηφίας σχετικοποιείται . Οι πολίτες απομακρύνονται από τα κοινά , οι κομματικές αντιπαραθέσεις αμβλύνονται και εν τέλει , η πολιτική κοινότητα εμφανίζεται « κατακερματισμένη » (24) . Αν δεχθούμε ότι η κυριαρχία « δεν δηλώνει απλώς την ισχύ μιας ακαταμάχητης και ακαταγώνιστης δύναμης απέναντι σε κάθε άλλη δύναμη , αλλά και την υπεροχή ή πρωταρχικότητα της πολιτικής απέναντι στην οικονομική σφαίρα » (25), τότε εύκολα καταλαβαίνουμε ότι « παγκοσμιοποίηση σημαίνει, μεταξύ άλλων , την προϊούσα απόσχιση της εξουσίας από την πολιτική ». (26)
Συμπερασματικά , οι πιέσεις που δέχονται το εθνικό κράτος και η φιλελεύθερη δημοκρατία από την παγκοσμιοποίηση είναι αξιοσημείωτες . Σε μια προσπάθεια πολιτικού αυτοκαθορισμού της πολιτικής κοινωνίας αναζητούνται σύγχρονα θεσμικά μοντέλα , βασισμένα σε ανανεωμένες εκδοχές της « συμμετοχικής δημοκρατίας » , της « κοινωνικής δημοκρατίας » αλλά και ριζοσπαστικά αιτήματα για « εκδημοκρατισμό της δημοκρατίας ». (27)
Αξίζει να σημειωθεί πάντως , ότι η κυριαρχία αποτελεί κατ’ αρχήν μια άθικτη νομική έννοια , αφού το πρωταρχικό κανονιστικό περιεχόμενο της εξακολουθεί να ισχύει. Το κράτος είναι νομικά κυρίαρχο , κατέχει δηλαδή την εξουσία καταναγκασμού και διατηρεί την ανεξαρτησία του . Κρίσιμο είναι το θέμα της διάστασης ανάμεσα στο νομικό περιεχόμενο της κυριαρχίας και την παγκοσμιοποιημένη πλέον πραγματικότητα . Οι νομικές έννοιες σίγουρα δεν μένουν στο απυρόβλητο . Λειτουργούν σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο και συμβαδίζουν με την εξέλιξή του.
Β.2. Πόσο καταστροφική είναι η παγκοσμιοποίηση για το κράτος και την κυριαρχία
Δεν είναι τόσο εύκολο να μιλήσουμε για το « τέλος » του κράτους ή για ολική απώλεια της κυβερνητικής ισχύος. Από την άλλη , δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την ανάδειξη ενός « πλουραλισμού των πολιτικών δεσμών και κατευθύνσεων, που συνδυάζεται με την αυξανόμενη ανικανότητα του κράτους να διατηρήσει μία και μοναδική πολιτική ταυτότητα , ενόψει της παγκοσμιοποίησης . Η τελευταία μειώνει την ικανότητα παροχής αγαθών από το κράτος στους πολίτες του , υποσκάπτοντας τη νομιμότητά του και την εμπιστοσύνη των πολιτών στο ιστορικό του υπόβαθρο , αλλά και παράγει νέες αντιλήψεις σχετικά με την κοινότητα , νέους τρόπου πολιτικής συμμετοχής και νέες μορφές ταυτότητας ». (28)
Η διαβρωτική επενέργεια της παγκοσμιοποίησης στην κυριαρχία του εθνικού κράτους έχει απόρροια μια αντίστοιχη υποβάθμιση της ποιότητάς του ως συνταγματικού κράτους (29) . Αυτό δεν σημαίνει όμως και αναίρεση του κράτους – έθνους (30) ως κυρίαρχου ηθικού και συμβολικού χώρου για την οργάνωση και την πολιτική αυτοδιάθεση μια ορισμένης πολιτικής κοινότητας . Σε μια πρώτη φάση μεταβάλλεται το πολιτικό και θεσμικό περιεχόμενο των προσανατολισμών του , έτσι ώστε να επιβεβαιώνει τους ιστορικούς λόγους τη ύπαρξής του .
Η έννοια του έθνους παραμένει ισχυρή. Πάνω στο έθνος δομήθηκαν το σύγχρονο κράτος και η δημοκρατία . Το έθνος εξακολουθεί να αποτελεί κυρίαρχη ηθική , ιδεολογική και πολιτειολογική κατηγορία . Τροχοπέδη στις πιέσεις για πολιτιστική ομογενοποίηση αποτελεί ή έξαρση του εθνικισμού και η προγονοπληξία σε πολλά κράτη –έθνη .
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Εκεί όπου εξελίσσεται η διαδικασία ενοποίησης των κρατών- μελών , ανακύπτουν σημαντικές υποχωρήσεις και αντιφάσεις . Η προστασία των εθνικών συμφερόντων αλλά και η ύπαρξη των αυτών καθ’αυτών των ευρωπαϊκών εθνών καθιστούν δύσκολη την πορεία προς μια συγκρότηση ενιαίας πολιτικής κοινότητας και ενός «Ευρωπαϊκού Δήμου» .
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι το εθνικό κράτος εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχος χώρος , παρά το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης . Παραμένει ισχυρή δύναμη για το σχηματισμό κοινής πολιτικής ταυτότητας και για την κοινή πολιτική συμμετοχή (31) . Επίσης το αίτημα για μια οργανωμένη επικράτεια , με ειρηνική συνύπαρξη των πολιτών , κοινές αποφάσεις για την προαγωγή του κοινού καλού και του δημοσίου συμφέροντος , δεν έχασε , ακόμη και σήμερα, το νόημά του .
Αυτό που χρειάζεται είναι μια ριζική θεσμική μεταρρύθμιση που θα καλύπτει τη μειωμένη ρυθμιστική ικανότητα και νομιμότητα του κράτους . (32)
Σχετικά τέλος , με την εξωτερική κυριαρχία του κράτους , αυτή ήταν ανέκαθεν περιορισμένη , αφού οι υποχρεώσεις του κράτους ως μέλος σε μια διεθνή κοινωνία οριοθετούν την κρατική εξουσία αυτόματα. Σε νομικό επίπεδο ισχύει η ανεξαρτησία και η ισότητα μεταξύ των κρατών . Στην ουσία οι περιορισμοί από το διεθνές δίκαιο αποτελούν « αυτοπεριορισμούς » του . (33) . Πόσο μάλλον περιορίζεται ( η εξωτερική κυριαρχία ) στην εποχή της παγκοσμιοποίησης , όπου οι κανόνες του διεθνούς δικαίου ρυθμίζουν όλο και περισσότερο του κλάδους των εγχώριων δικαιικών συστημάτων .
Συνοψίζοντας , η κρατική εξουσία υφίσταται ,αλλά υποχωρεί όλο και περισσότερο , αφού ποτέ άλλοτε η πολιτική αυτονομία και η αυτοδιάθεση του εθνικού κράτους δεν προσέκρουαν σε τόσους πολλούς και ισχυρούς νομικούς και οντολογικούς περιορισμούς όσο σήμερα. Θα λέγαμε ότι διαβρώνει ακόμη και την διάκριση ανάμεσα στο εθνικό και το υπερεθνικό στοιχείο , στην εσωτερική και την εξωτερική δημόσια δράση , την εσωτερική και την εξωτερική κυριαρχία .
Γ. Θα πρέπει εν τέλει να εμμένουμε στην έννοια της κυριαρχίας στη σύγχρονη εποχή ; - Συμπέρασμα
Αναμφισβήτητα , όπως αναλύσαμε , η παγκοσμιοποίηση αναδιαμορφώνει ριζικά τη σχέση κράτους-κυριαρχίας . Η απαξίωση των αντιπροσωπευτικών μηχανισμών και η απουσία των πολιτών από την πολιτική διαδικασία αμβλύνονται , πράγμα το οποίο αποβαίνει καθοριστικό για την συνοχή της πολιτικής κοινότητας και τη δημοκρατία ως οργανωτικού πλαισίου για την κοινωνική συμβίωση.
Στο μετανεωτερικό παράδειγμα της παγκοσμιοποίησης , το κράτος δεν αποτελεί τον μοναδικό, και πιθανόν ούτε τον κυρίαρχο παράγοντα . Η νέα τάξη επιβάλλει την ύπαρξη ποικίλλων και πολυεπίπεδων δημόσιων χώρων όπου θα ανταγωνίζονται τα συμφέροντα και θα λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις .
Μάλλον είναι αδύνατο να προωθηθούν ταυτόχρονα η δημοκρατία, η εθνική κυριαρχία και η οικονομική παγκοσμιοποίηση το ίδιο ομαλά . Η δημοκρατία και η εθνική κυριαρχία είναι αδήριτη ανάγκη να υπερισχύσουν σε αυτή την εποχή . Οι δημοκρατικές χώρες έχουν το δικαίωμα προστασίας των κοινών τους αποφάσεων . Κάθε χώρα δικαιούται να ακολουθεί τον δικό της δρόμο ανάλογα με τις ανάγκες και τις αξίες της , βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την παγκόσμια τάξη και οικονομία …
arthro 13
του Δημητρίου Αλεξόπουλου Χαράς Ευαγγέλια, ελευθερίας μηνύματα!1 Ο Θεός απέστειλε τον άγγελο Γαβριήλ στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και στην παρθένο Μαριάμ, τη μνηστή του Ιωσήφ. Απέστειλε τον Γαβριήλ...
—————
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ – ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Π.Μ.Σ. «ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» Διευθύντρια: Καθηγήτρια Διοτίμα Λιαντίνη Πανεπιστημιούπολη-Άνω Ιλίσια 157 84, Αθήνα, Τηλ: 210-727-5847,...
—————
Η νομική επιστήμη είναι ένα πυλώνας σύνδεσης με τον καθημερινό βίο του παρόντος και του παρελθόντος, αποτελώντας παράλληλα έρεισμα για συζητήσεις αναγόμενες στην πολιτική και την κοινωνική εξέλιξη...
—————
του Νικολάου Χαροκόπου Μερικές παρατηρήσεις με αφορμή την ομηρική πλάκα από την Ολυμπία Πριν από μερικές εβδομάδες η επιστημονική κοινότητα εντός και εκτός Ελλάδας, καθώς και η κοινή γνώμη,...
—————
Δεν πιστεύω να νομίζατε ότι τα ιδιαίτερα θέατρά μας ήταν μόνο αυτά! Έχουμε πολύ μελέτη ακόμα για όσα γνωρίζουμε και για όσα δεν «έχουν βγει στην επιφάνεια» μέχρι τώρα. Αξίζει...
—————
ΟΡΝΙΘΕΣ(ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ) ΠΛΟΚΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Δύο γέροντες-Αθηναίοι, ο Πεισέταιρος και ο Ευελπίδης, απογοητευμένοι από την κατάσταση, που επικρατεί στην πόλη τους...
—————
Έχει τύχει να βρεθείτε σε έναν αρχαιολογικό χώρο και να αναρωτηθείτε τι συνέβαινε-τι γινόταν -πως χρησιμοποιούταν την εποχή της ακμής του; Φυσικά, με τις ανάλογες μελέτες οι ειδικοί μας απαντούν σε...
Υλοποιήθηκε από Webnode