Η μετάθεση μητροπολίτη ως τρόπος πλήρωσης κενού μητροπολιτικού θρόνου

2016-09-05 00:44

Η ανάδειξη κληρικών στον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία παρουσιάζει σημαντική ιστορική διαδρομή. Σημαντική ήταν η συνεισφορά του λαϊκού στοιχείου για την εκλογή των εκάστοτε επισκόπων, μητροπολιτών και πατριαρχών1 . Σήμερα, όπως διαμορφώνεται η εκλογή στον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης με βάση τη σχετική νομοθεσία2 , οι σχετικές διαδικασίες ανάδειξης πραγματοποιούνται δίχως τη συμμετοχή των λαϊκών, αλλά με τη σύμπραξη Εκκλησίας και Πολιτείας.

Ειδικότερα, όταν κάποιος μητροπολίτης αποβιώνει, αναφαίνεται τότε το ζήτημα της  πλήρωσης του κενού μητροπολιτικού θρόνου. Όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία3 , δύο είναι οι τρόποι για να καλυφθεί το δημιουργούμενο κενό: αφενός η εκλογή και αφετέρου η μετάθεση. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι καταρχήν η πλήρωση γίνεται με εκλογή και μόνο αν αυτή δεν καταστεί δυνατή προκρίνεται ο τρόπος της μετάθεσης4 .Για τη «διά καταστάσεως» πλήρωση της χηρευσάσης μητροπόλεως πρέπει να συντρέχουν ορισμένες ειδικές προϋποθέσεις και να ακολουθηθεί μια αυστηρά προσδιορισμένη διαδικασία: Αρχικά, προβλέπονται δύο ψηφοφορίες. Η πρώτη αναφέρεται στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου για το αν ο συγκεκριμένος θρόνος θα καλυφθεί με μετάθεση. Η σχετική απόφαση πρέπει να ληφθεί με πλειοψηφία των 2/3 των παρόντων μελών. Η δεύτερη αφορά το πρόσωπο του μετατιθέμενου και απαιτείται και πάλι η ίδια αυξημένη πλειοψηφία. Επανάληψη της δεύτερης ψηφοφορίας δεν επιτρέπεται, ενώ η κρίση των εκλεκτόρων δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένη5  . Σε κάθε περίπτωση πάντως, η μετάθεση πρέπει να γίνεται προς μείζον όφελος της Εκκλησίας και για λόγους οικονομίας. Ακόμα, ο νόμος υπογραμμίζει ότι κανένας Μητροπολίτης δεν μπορεί να μετατεθεί προτού συμπληρώσει πενταετή υπηρεσία από την εκλογή του σε Μητροπολίτη, ενώ, τέλος, απαγορεύεται η μετάθεση, εφόσον έχει ήδη πραγματοποιηθεί μια φορά.

Το ζήτημα της μετάθεσης για την κάλυψη κενού μητροπολιτικού θρόνου αποκτά ενδιαφέρον, αν αναλογιστούμε ότι υπάρχουν εκκλησιαστικά κείμενα που αντιτίθενται καταρχήν στην πρόβλεψη της κείμενης νομοθεσίας. Πιο συγκεκριμένα, ο πέμπτος όρος της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξης του 1928 προβλέπει ότι η πλήρωση μητροπολιτικού θρόνου στις περιοχές των Νέων Χωρών γίνεται μόνο μέσω εκλογής και ότι απαγορεύονται οι αρχιερατικές μεταθέσεις από επαρχία σε επαρχία. Παρατηρείται εδώ, επομένως, μια διάσταση μεταξύ κοινής νομοθεσίας αφενός και ενός  εκκλησιαστικού κειμένου αφετέρου, για το οποίο, όμως, γίνεται αναφορά στο Σύνταγμα ( άρθρο 3 παρ. 1 ). Πώς πρέπει άραγε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, αναφορικά τουλάχιστον με τις μητροπόλεις των νέων Χωρών; 

Ιδιαίτερα διαφωτιστική για τον υπό συζήτηση προβληματισμό είναι η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας 410/2008, η οποία ασχολείται ακριβώς με το επιτρεπτό της μετάθεσης Μητροπολίτη των Νέων Χωρών για την κάλυψη κενού θρόνου. Όπως προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας μετέθεσε το Μητροπολίτη Άνθιμο από την Αλεξανδρούπολη στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να καλυφθεί ο κενός μητροπολιτικός θρόνος που είχε προκύψει εκεί. Το ΣτΕ κλήθηκε να αποφανθεί κατόπιν αιτήσεως ακυρώσεως του μητροπολίτη Ζακύνθου,  εάν η απόφαση της Ιεράς Συνόδου περί μεταθέσεως ήταν νόμιμη και συνταγματική. Ο αιτών υποστήριξε ότι η πραγματοποιηθείσα μετάθεση ήταν ακυρωτέα, διότι η σχετική νομοθεσία παραβίαζε την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928, η οποία με βάση τους ισχυρισμούς του καλύπτεται ολόκληρη από την σχετική αναφορά στο Σύνταγμα και ειδικότερα πρόβαλε ότι δεν τηρήθηκε μεταξύ άλλων και ο πέμπτος όρος της. Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο δεν ακολούθησε ενιαία γραμμή στον εν λόγω ζήτημα και εκφράστηκαν διάφορες απόψεις. Η πλειοψηφία του ΣτΕ, επικαλούμενη και παλιότερη νομολογία του δικαστηρίου, τάχθηκε με την άποψη ότι η συνταγματική αναφορά δεν αποσκοπεί στο να προσδώσει αυξημένη τυπική δύναμη σε όλες τις διατάξεις του  Πατριαρχικού Τόμου του 1850 και της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928 «Περί της Διοικήσεως των Ιερών Μητροπόλεων των Νέων Χωρών», αλλά μονάχα σε εκείνες τις διατάξεις που αναφέρονται στον τρόπο συγκροτήσεως της Διαρκούς ιεράς Συνόδου κατά τα πρεσβεία της αρχιερωσύνης και με ίσο αριθμό Ιεραρχών από τις επαρχίες της Παλαιάς Ελλάδος και των Νέων Χωρών, ώστε να καταστεί μελλοντικά αδύνατη η δημιουργία αριστίνδην Συνόδων. Με βάση τη γνώμη αυτή, η οποία ερείδεται και στα πρακτικά των συζητήσεων της Βουλής κατά την ψήφιση του νέου Συντάγματος, κρίθηκε ο σχετικός λόγος ακυρώσεως ως απορριπτέος. Μια ισχυρή μειοψηφία επτά δικαστών, εντούτοις, υποστήριξε την άποψη ότι τα υπό συζήτηση εκκλησιαστικά κείμενα καλύπτονται εξ ολοκλήρου από τη συνταγματική αναφορά και όχι μόνο οι σχετικές διατάξεις για τη συγκρότηση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Έτσι, με βάση τη γνώμη αυτή, ο σχετικός λόγος ακυρώσεως έπρεπε να γίνει κατ’ ουσίαν δεκτός και να ακυρωθεί η μετάθεση ως αντικείμενη σε διάταξη ανώτερης τυπικής ισχύος. Τέλος, τρεις δικαστές υποστήριξαν ειδικότερα την αντισυνταγματικότητα της υπό κρίση ρύθμισης, δεχόμενοι ότι  ο νομοθέτης δεν δύναται να θεσπίζει διατάξεις, μονομερώς και με τη συνήθη νομοθετική οδό, που αντιβαίνουν στο περιεχόμενο των όρων των ως άνω Πατριαρχικών Πράξεων, διότι οι σχετικές διατάξεις, μέσω των οποίων κατοχυρώνεται η κανονική αυτονομία και το αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας της Ελλάδος, συνιστούν όρια για το νομοθέτη, τη διοίκηση και τα δικαστήρια.

Εάν ήθελε ίσως κάποιος να ασκήσει κριτική στην ανωτέρω απόφαση, θα μπορούσε ίσως να παρατηρήσει ότι συνεπέστερη προς το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Συντάγματος) είναι η άποψη που εκφράστηκε από τη μειοψηφία, διότι κατ’ αυτό τον τρόπο βρίσκει την πλήρη εφαρμογή της η έκφανση της αυτοδιοίκησης των θρησκευτικών κοινοτήτων. Έτσι, με την πλήρη ισχύ των ανωτέρω κειμένων, αφενός χάνει το αντικείμενό της η σχετική διαμάχη και αφετέρου οδηγείται η Εκκλησία ένα βήμα παραπέρα στην κατεύθυνση της πλήρους αυτοδιοίκησής της6 . Η πλειοψηφούσα γνώμη από μία πλευρά παραγνωρίζει ενδεχομένως τη συνδυασμένη ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων για την επικρατούσα θρησκεία και τη θρησκευτική ελευθερία, από την οποία προκύπτει η κανονική αυτονομία και το αυτοδιοίκητο της Εκκλησίας, από την άλλη, όμως, πλευρά κινείται σε ένα επίπεδο πραγματισμού, αφού με τις παραδοχές που κάνει αφήνει ένα περιθώριο στον κοινό νομοθέτη να ρυθμίζει ορισμένα ζητήματα που ίσως με το πέρασμα του χρόνου και τη μεταβολή των κοινωνικών συνθηκών πρέπει να αλλάζουν, ώστε να μη δημιουργούνται αγκυλώσεις. 

Συμπερασματικά, θα μπορούσε ενδεχομένως να ειπωθεί  ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η μετάθεση, εάν είναι δυνατή η εκλογή Μητροπολίτη και πάντως, αν αυτή κριθεί αναγκαία, να υπάρχει πλήρης, ειδική και ορισμένη αιτιολογία για την απόφαση μετάθεσης, δίχως να παρεμβάλλονται σκοπιμότητες οποιασδήποτε φύσης και προσωπικές φιλοδοξίες και πάντοτε να εξυπηρετείται το συμφέρον της Εκκλησίας, η οποία σε τελική ανάλυση αποτελείται από όλους μας.

-------------------------------------------------------

[1]Βλ. για περισσότερα Κονιδάρη Ι., «Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου», σελ: 146 κ. επ.
[2]Βλ. Καταστατικό χάρτη Εκκλησίας της Ελλάδος ( ν. 590/1977), άρθρα 12 κ. επ.
[3]Βλ. άρθρο 24 του νόμου 590/1977
[4]Το εν λόγω συμπέρασμα προκύπτει από τους όρους του νόμου «κανονικώς» και «εξαιρετικώς», που αναφέρονται στην εκλογή και τη μετάθεση αντίστοιχα.
[5]Βλ. ΣτΕ 2288/2000
[6]Βλ. Κονιδάρη Ι., «Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου», σελ: 88 

 

Βιβλιογραφία:

1) Κονιδάρη Ιωάννη , Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου  , Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα -  Θεσσαλονίκη , 2011

2) Κονιδάρη Ιωάννη , Ιδιαίτερα Εκκλησιαστικά Καθεστώτα στη Ελληνική Επικράτεια, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα -  Θεσσαλονίκη , 2012

3) Κονιδάρη Ιωάννη, Καταστατική Νομοθεσία, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα -  Θεσσαλονίκη, 2012

4) Τρωιάννου Σ.-Πουλή Γ. , Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα , 2003

 

Παπασυκιώτης Ραφαήλ

 

 

 

Επαφή

arthro 13

13arthro@gmail.com

Αναζήτηση στο site

Αφιερώματα

Θρησκευτική ουδετερότητα - Προοίμιο του ελληνικού Συντάγματος

του Ιωάννη Καστανά τα άρθρα που ακολουθούν αναδημοσιεύονται από: ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Το άρθρο 3 του Συντάγματος εμποδίζει το ελληνικό Κράτος να είναι ουδετερόθρησκο; Αυτές τις ημέρες στην Ελλάδα κορυφώνεται η...

Νέα Γένεση: Ανάσταση στον κήπο στο μέσο της Γης

του Δημητρίου Αλεξόπουλου, υποψήφιου διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και  Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών   «Μία ὑπῆρχεν, ἡ ἐν τῷ ᾍδῃ ἀχώριστος, καὶ ἐν τάφῳ, καὶ ἐν τῇ...

ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ Ο ΕΝ ΥΔΑΣΙ ΤΗΝ ΓΗΝ ΚΡΕΜΑΣΑΣ

της Αναστασίας Κόλλια   Μεγάλη Πέμπτη σήμερα και η  Αγία Εκκλησία μας, τη στιγμή μεταξύ του 5ου και του 6ου Ευαγγελίου ψάλλει το αντίφωνο...  Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν...

ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ ΚΟΛΛΑΡΟΥ

της Ολυμπίας-Μαρίας Ποντίκη, Νομικού - ΜΦ Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ Τα εγκλήματα του λευκού κολάρου γνωρίζουμε ότι εντάσσονται στην κατηγορία των εγκλημάτων των οικονομικών που...

Μεγάλυνον ψυχή μου, τὸν ἐκ τῆς Παρθένου, Θεὸν σαρκὶ τεχθέντα.

της Αναστασίας Κόλλια, Δικηγόρου - Θεολόγου Η ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού αποτελεί ακατάλυπτο μυστήριο και παράδοξο. Στο κοσμοσωτήριο έργο της Θείας οικονομίας και στο ανερμήνευτο...

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ Ο ΕΞ ΟΙΚΟΝΟΜΩΝ: ο βίος, η δράση και το έργο του

του Θωμά Παπασάνδα, Φαρμακοποιού - 'Οικονομία της Υγείας & Πολιτική Υγείας' Msc   * η παρούσα αποτελεί την εισήγηση που εκφωνήθηκε στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργανώθηκε από...

© 2024 ΑΡΘΡΟ 13 (All Rights Reserved)

Υλοποιήθηκε από Webnode